"Έφυγε" ο δεξιοτέχνης του μπουζουκιού Χρήστος Κωνσταντίνου

Αρθρογραφία 22 Μαρτίου 2015

Ο Χρήστος Κωνσταντίνου ήταν γνωστός μουσικός, από τις συνεργασίες του με μεγάλους συνθέτες και τραγουδιστές όπως οι: Βασίλης Τσιτσάνης, Γιάννης Παπαϊωάννου, Μίκης Θεοδωράκης, Σταύρος Ξαρχάκος, Γρηγόρης Μπιθικώτσης, Νίκος Ξυλούρης, Βίκυ Μοσχολιού, Γιώργος Νταλάρας, Χρόνης Αϊδονίδης, Δόμνα Σαμίου, Ξανθίππη Καραθανάση, Θόδωρος Αντωνίου, Αγνή Μπάλτσα κ.ά.

Ο σπουδαίος σολίστ του μπουζουκιού , είχε μια σπουδαία καριέρα ως οργανοπαίχτης, αφού είχε στολίσει με τις νότες του εκατοντάδες εάν όχι χιλιάδες τραγούδια.

Ο Χρήστος Κωνσταντίνου γεννήθηκε στο κατεχόμενο Αργάκι της Μόρφου το 1950. Τα πρώτα ακούσματα δημοτικής μουσικής από τον βιολάρη πατέρα του τον ώθησαν να αρχίσει μαθήματα βιολιού σε ηλικία 10 χρονών, στον Πετράκη στη Μόρφου.

Το 1962 μετανάστεσε στο Λονδίνο όπου συνέχισε τα μαθήματα βιολιού και άρχισε παράλληλα μαθήματα στο τρίχορδο μπουζούκι. Πολύ σύντομα άρχισε να παίζει μπουζούκι επαγγελματικά στα διάφορα παροικιακά κέντρα, όπου γνώρισε τον Λουκά Νταράλα και συνεργάστηκε μαζί του.

Σε ηλικία 19 χρονών συμμετείχε στην ορχήστρα του Μίκη Θεοδωράκη ο οποίος έκανε τότε, επί Χούντας, περιοδείες στο εξωτερικό. Από τότε συνεργάστηκαν πολλές φορές. Το 1971 μετακόμισε στην Ελλάδα. Εκεί συνεργάστηκε με τα μεγαλύτερα ονόματα του ρεμπέτικου τραγουδιού, Τσιτσάνη, Παπαϊωάννου, Μπέλλου κ.α. Έχει συνεργαστεί, παίζοντας τρίχορδο μπουζούκι, με τα μεγαλύτερα ονόματα της ελληνικής μουσικής σε ηχογραφήσεις και συναυλίες.

Καλές πενιές Χρήστο ( απολαύστε τον

Προβλήθηκε 1166 φορές

Αλέκος Παναγούλης: 49 χρόνια από τον χαμό ενός αυθεντικού λαϊκού ήρωα

Ήταν η Πρωτομαγιά του 1976. Δύο χρόνια μετά την πτώση της δικτατορίας και το δράμα της Κύπρου. Οι Έλληνες έβλεπαν με αισιοδοξία το μέλλον, αλλά και με την καχυποψία ότι δεν έχουν εξαφανιστεί οι πιθανότητες μίας επιστροφής των χολερικών και των απομειναριών της χούντας.

Η άδεια Αθήνα και τα άδεια όνειρα των παιδιών μας (Ελένη Καλογεροπούλου)

Την ημέρα της γιορτής του Πάσχα βρέθηκα όπως οι περισσότεροι γύρω από ένα οικογενειακό τραπέζι. Εκεί που μετά τον οβελία, ανάμεσα στα γλυκά που έχουν μείνει και στο τελευταίο τσίπουρο, γίνονται οι πιο σημαντικές συζητήσεις.