Παλιομοδίτικη ανάλυση (Αλέξανδρος Αρδαβάνης)

Αρθρογραφία 01 Φεβρουαρίου 2019

Του ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΑΡΔΑΒΑΝΗ
www.presspublica.gr

Τι λοιπόν διαχωρίζει έναν αριστερό από έναν δεξιό, μετά την ηλικία της πρωταρχικής ιστορικής παρανόησης ότι «ο κόσμος μπορεί να γίνει καλύτερος ή χειρότερος»; Ότι «μια πιο δίκαιη κοινωνία των ανθρώπων είναι εφικτή»;

Αριστερός είναι αυτός που γεννήθηκε μεν στη μεριά των «ευνοημένων» αλλά ένιωθε πάντα άβολα ανάμεσά τους. Αυτός που ενώ ξέρει πια πως δεν αλλάζουν οι βασικές Σταθερές του Κόσμου και της Ανθρωπότητας εξακολουθεί να συγκινείται το ίδιο κάθε φορά που συναντά ένα ον στα χαμηλά σημεία των «πρανών ισχύος»· κάθε ανίσχυρο άνθρωπο ή ζώο που έφτασε στην «Αδυναμία» αφού πέρασε από τη φάση της Δύναμης ή γεννήθηκε μέσα στα σπλάχνα της ανημπόριας.

Δεξιός είναι αυτός που γεννήθηκε στα σπλάχνα της «καλής μεριάς» και νιώθει μια χαρά «μέσα εκεί», γνωρίζοντας ή μαντεύοντας πως «εκεί έξω» πυρπολούνται ή ξεπαγιάζουν ψυχές.

Ο αριστερός δεν είναι βίαιος αφού διαισθάνεται πως το Δάνειον Όραμα ενός άλλου Κόσμου ίσως είναι οφθαλμαπάτη.

Ο δεξιός, αντίθετα, μπορεί και να γίνει βίαιος μαχητής αν νιώσει πως απειλείται η ευνοϊκή για αυτόν ισορροπία, η Σταθερότητα.

Ο αριστερός δεν αγωνίζεται για ν’ αλλάξει τον κόσμο αφού έχει πεισθεί πως κάθε αλλαγή συμβαίνει ερήμην του, ερήμην της βούλησης των πολλών, μέσα από τις διαδικασίες που συνθέτει και επικροτεί η Τυχαιότητα· δυσμενής ή ευμενής.

Οι μαχητές και ανατροπείς είναι στον Χώρο και τον Χρόνο η κατοπτρική μορφή των οπαδών της αμετακινησίας.

Ίσως.

Βολικό έ; Τι λέτε; 

Προβλήθηκε 669 φορές

Αλέκος Παναγούλης: 49 χρόνια από τον χαμό ενός αυθεντικού λαϊκού ήρωα

Ήταν η Πρωτομαγιά του 1976. Δύο χρόνια μετά την πτώση της δικτατορίας και το δράμα της Κύπρου. Οι Έλληνες έβλεπαν με αισιοδοξία το μέλλον, αλλά και με την καχυποψία ότι δεν έχουν εξαφανιστεί οι πιθανότητες μίας επιστροφής των χολερικών και των απομειναριών της χούντας.

Η άδεια Αθήνα και τα άδεια όνειρα των παιδιών μας (Ελένη Καλογεροπούλου)

Την ημέρα της γιορτής του Πάσχα βρέθηκα όπως οι περισσότεροι γύρω από ένα οικογενειακό τραπέζι. Εκεί που μετά τον οβελία, ανάμεσα στα γλυκά που έχουν μείνει και στο τελευταίο τσίπουρο, γίνονται οι πιο σημαντικές συζητήσεις.