Βαρέθηκα και εγώ... (του Ηρακλή Τσιμέκα)

Αρθρογραφία 06 Απριλίου 2019

Είμαι 36 και ζω στην Ηλιούπολη από τότε που άνοιξα τα μάτια μου.

Κάθε φορά στις δημοτικές εκλογές είμαστε στο ίδιο έργο θεατές.

Βαρέθηκα την αριστερά το κέντρο και την δεξιά τους τα αναρχικά τσιτάτα τους.

Και την κακομοιριά τους, πολιτικά σκουπίδια, που δεν νοιάζονται για μας παρά μόνο για την λεία, και εσύ κάθεσαι χειροκροτείς και ας την πατάς μα ξεχνάς βασικά εκεί που πρέπει... Και στο τέλος έχεις να διοικούν αυτοί που σου αρμόζουν και σου πρέπει…

Δυστυχώς αυτό που υποφέρει η ανθρωπότητα είναι η μαζική ύπνωση. 

Υπνωτιζόμαστε στις εκλογές από πολιτικούς, δημοσιογράφους, κλπ..

Και το χάσμα μεταξύ αυτού που μαθαίνουμε ότι συμβαίνει, με αυτό που πραγματικά είναι… είναι εξαιρετικά τεράστιο..

Ο Μεγαλύτερος υπνωτιστής στην Γη είναι ένα τετράγωνο κουτί στην γωνία ενός δωματίου καθώς και ένα τηλέφωνο στο χέρι κάθε ανθρώπου..

Μας λέει συνεχώς τι να πιστέψουμε ως αληθινό …

Γιατί δυστυχώς αν μπορέσεις να πείσεις τους ανθρώπους.

Ότι βλέπουν με τα μάτια τους αυτό είναι όλο …

Τότε τους τσάκωσες..

Και στο τέλος εγώ νιώθω εγκλωβισμένος ψάχνω για να βρω το δίκιο μου, στο ορκίζομαι πως νιώθω σαν να κυνηγάω τον ίσκιο μου.

Αν με νιώθεις πάρε το χέρι μου και πάμε μπροστά,
γιατί αυτό μετράει μόνο στη ζωή τελικά,
να τα παίξουμε όλα για όλα μήπως και αποδράσουμε,
αφού δεν μας μένει πλέον τίποτα να χάσουμε!...

Ηρακλής Τσιμέκας
Υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος
''Η πόλη που θέλω'' 

Προβλήθηκε 774 φορές

Αλέκος Παναγούλης: 49 χρόνια από τον χαμό ενός αυθεντικού λαϊκού ήρωα

Ήταν η Πρωτομαγιά του 1976. Δύο χρόνια μετά την πτώση της δικτατορίας και το δράμα της Κύπρου. Οι Έλληνες έβλεπαν με αισιοδοξία το μέλλον, αλλά και με την καχυποψία ότι δεν έχουν εξαφανιστεί οι πιθανότητες μίας επιστροφής των χολερικών και των απομειναριών της χούντας.

Η άδεια Αθήνα και τα άδεια όνειρα των παιδιών μας (Ελένη Καλογεροπούλου)

Την ημέρα της γιορτής του Πάσχα βρέθηκα όπως οι περισσότεροι γύρω από ένα οικογενειακό τραπέζι. Εκεί που μετά τον οβελία, ανάμεσα στα γλυκά που έχουν μείνει και στο τελευταίο τσίπουρο, γίνονται οι πιο σημαντικές συζητήσεις.