Σαν τι ζωή, είναι αυτή που κάνεις; (Ελευθέριος Ανευλαβής)

Αρθρογραφία 25 Σεπτεμβρίου 2019

Ελευθέριος Ανευλαβής (www.zougla.gr)

Σαν τι ζωή, είναι αυτή που κάνεις;

Μέσα απ’ τα μαύρα σύννεφα, αμυδρό φως φωτίζει:

Μαύρες, παγωμένες, ραγιάδικες ψυχές.

Ανθρώποι χωρίς λεβεντιά.

Μακρινή φωνή, απύλωτο στόμα,φωνάζει:

Σε ψάχνουν τόσες υποθέσεις.

Οι σύντροφοί σου, σε ψάχνουν,

για να πάρουν εκδίκηση, των καταπιεσμένων οι εφιάλτες.

Οι σκιές των αδικημένων ανθρώπων.

Σκόρπα φωτιά, ουρανομήκη. Να καεί το σαρακοφαγωμένο χτες.

Καιπια το αύριο, σαν το χτες, ποτέ, πια να μη μοιάζει.

«Λάλον ύδωρ», του Μαντείου των Δελφών,

ποτάμι, κύλα, για να ποτιστεί ο σπόρος του καινούργιου,

κάτω στον λιβάδι των σπορέων του καλού.

Εσύ είσαι, ο ων, ο ην, ο ερχόμενος,…Λαός.

Ο οικιστής, οιακιστής, ο τιμονιέρης, για τουςαυριανούς δρόμους.

Δια μέσου,τηςΔημοκρατίας σου —«Δήμος την πόλιν κρατύνει» —,

να οδηγήσεις, προς το «γεννηθήτω φως».

Οι κυνηγημένες λέξεις των ονείρων.

Κάψε την γητεύτρα, Βαβυλώνα.

Λαμπάδιασε τον Φοίνικα, για ν’ αναγεννηθεί ξανά.

Πολύ τεμπέλιασε χουζουρεύοντας, μέσα στις στάχτες του.

«Κι’ εδώ’ ναι η στάχτη ενός λαού, που είταν αιώνια φλόγα» (Κ. Βάρναλης)

Η σάλπιγγα σαλπίζει. Οι επτά σφραγίδες αποσφραγίστηκαν.

Από πού ο λεκές; Από πού η βρωμιά;

Ποιος ο ψεύτης; Ποιανού η απάτη;

Ποιος τον σκότωσε, πριν την ώρα του;

Και που ήσουνα εσύ, όταν τον σκοτώνανε;

Καινούργια Πόλη, Ηλιούπολη. Ηλιόμορφη, να κάνεις.

Γκαστρωμένη από τους Πολίτες-Οπλίτες της.

Ετοιμόγεννη του καλού.

Κι ένας μόνον νόμος!

«Οι παραβάτες του φωτός,

θα τιμωρούνται»,

Συννόμως! 

Προβλήθηκε 548 φορές

Αλέκος Παναγούλης: 49 χρόνια από τον χαμό ενός αυθεντικού λαϊκού ήρωα

Ήταν η Πρωτομαγιά του 1976. Δύο χρόνια μετά την πτώση της δικτατορίας και το δράμα της Κύπρου. Οι Έλληνες έβλεπαν με αισιοδοξία το μέλλον, αλλά και με την καχυποψία ότι δεν έχουν εξαφανιστεί οι πιθανότητες μίας επιστροφής των χολερικών και των απομειναριών της χούντας.

Η άδεια Αθήνα και τα άδεια όνειρα των παιδιών μας (Ελένη Καλογεροπούλου)

Την ημέρα της γιορτής του Πάσχα βρέθηκα όπως οι περισσότεροι γύρω από ένα οικογενειακό τραπέζι. Εκεί που μετά τον οβελία, ανάμεσα στα γλυκά που έχουν μείνει και στο τελευταίο τσίπουρο, γίνονται οι πιο σημαντικές συζητήσεις.