Είναι φαγητό μπλουμ και άλαδο, κι όμως εξαιρετικά νόστιμο. Όποιος θέλει ρίχνει λίγο ωμό ελαιόλαδο στο πιάτο του.
Μπορεί να περιέχει κι άλλα μποστανικά αυτό το φαγητό, όπως κολοκυθάκια, πατάτες και λίγα φασολάκια, όπως εδώ. Οι μελιτζάνες όμως είναι το βασικό υλικό και συχνότατα το φτιάχνουν μόνο με αυτές.
- 1 κιλό μελιτζάνες, σε χοντρούς κύβους
- 2 μέτριες πατάτες, σε μεγάλα κομμάτια
- 500 γρ. φασολάκια τσαουλιά, καθαρισμένα
- 2 μέτρια κολοκύθια, σε μέτρια κομμάτια
- 1 ξερό κρεμμύδι, χοντροκομμένο
- 2 σκελίδες σκόρδο, ψιλοκομμένες
- 3 ώριμες μεγάλες ντομάτες, τριμμένες
- 100 γρ. ξινόχοντρος
- ελαιόλαδο για το σερβίρισμα (κατά βούληση και προαιρετικά)
- αλάτι, φρεσκοτριμμένο πιπέρι
- Για να φτιάξουμε μελιτζάνες με ξινόχοντρο, αρχικά βάζουμε τους κύβους μελιτζάνας σε ένα μεγάλο μπολ ή σε μια λεκανίτσα με μπόλικο νερό και τους αφήνουμε για 1 ώρα, αλλάζοντας το νερό κάθε 15 λεπτά. Αυτό γίνεται για να αποβάλουν την πικράδα τους.
- Στη συνέχεια, τους στραγγίζουμε και τους σκουπίζουμε καλά.
- Σε μεγάλη κατσαρόλα βάζουμε τις μελιτζάνες, τις πατάτες, τα φασολάκια, τα κολοκύθια, το κρεμμύδι και τα σκόρδα.
- Προσθέτουμε 400 ml νερό (ή τόσο όσο μόλις να καλύψει τα υλικά), αλάτι και πιπέρι και ζεσταίνουμε σε δυνατή φωτιά μέχρι το υγρό να πάρει βράση.
- Χαμηλώνουμε καλά τη φωτιά και ρίχνουμε τις ντομάτες.
- Σιγομαγειρεύουμε για περίπου 30 λεπτά, μέχρι να μαλακώσουν καλά οι πατάτες.
- Το φαγητό θα έχει αρκετό υγρό, καθώς οι μελιτζάνες αποβάλλουν και αυτές τα υγρά τους. Αν δούμε ότι στα 30 λεπτά έχει μειωθεί αρκετά, προσθέτουμε λίγο ακόμη, καυτό.
- Προσθέτουμε τον ξινόχοντρο και μαγειρεύουμε για άλλα 15 λεπτά, σείοντας μερικές φορές την κατσαρόλα, μέχρι ο ξινόχοντρος να μαλακώσει καλά.
- Διορθώνουμε το αλατοπίπερο, αν χρειάζεται, και αποσύρουμε από τη φωτιά.
- Αφήνουμε κατά μέρος την κατσαρόλα σκεπασμένη, για 10 λεπτά, μέχρι να ξεκουραστεί το φαγητό και να αναμειχθούν οι γεύσεις.
- Μοιράζουμε σε πιάτα και, αν θέλουμε, ραντίζουμε κάθε μερίδα με όσο ελαιόλαδο επιθυμεί ο καθένας.
Η συνταγή πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Γαστρονόμος, τεύχος 234.